Ένα ευχαριστώ είναι αυτή η επιστολή, για τον τρόπο που με έμαθες να σκέφτομαι. Για όλες εκείνες τις φορές που είχα εγκλωβιστεί σε κλειστοφοβικά κουτάκια που είχαν για περιεχόμενο απόψεις και τοίχους χτισμένους από συναισθήματα, όπως εκείνα του θυμού και της αγανάκτησης. Τις φορές που αρνιόμουν να κοιτάξω από τα μικρά παράθυρα, για την ακρίβεια έκλεινα και τις κουρτίνες. Κι εσύ ερχόσουν με πριόνι. Δεν επιχειρούσες καν να τραβήξεις τα μικρά υφάσματα, ξεκινούσες με τη μία να μετατρέπεις το παράθυρο σε πόρτα.
Γράφει ο Νίκος.
Ευχαριστώ για τις φορές που μέσα στην ένταση δεν προσπαθούσες να με ηρεμήσεις αλλά να με λογικεύσεις. Που δεν καθόσουν απλώς εκεί, με ησυχία, να δηλώνεις μια παρουσία βγαλμένη από βουβό κινηματογράφο, αλλά μίλαγες κι έκανες τη δική σου φασαρία. Όχι με φωνές και ντεσιμπέλ στα ύψη, μα με ερωτήσεις που έκαναν τις, προς στιγμής εκκωφαντικές, σκέψεις μου να μού ακούγονται παράλογες.
Θα έλεγες ευχαριστώ με ένα ραβασάκι; Αν ναι, κάνε ένα κλικ εδώ!
Ευχαριστώ και για τις άλλες τις φορές, εκείνες που αφού με κόντραρες κι αφού ανταλλάξαμε τα επιχειρήματά μας σαν δυο δικηγόροι που παραθέτουν τα πειστήρια, κάνουν τις αγορεύσεις και περιμένουν τη δικαίωση, τελικά δεν έμεινες να υποστηρίζεις τη θέση σου παρακινούμενη από εγωισμό, μα βρήκες τη λογική σε όσα είχα πει και μου έδωσες τα δίκια που ίσως μου αναλογούσαν. Τα εκτίμησα να ξέρεις εκείνα τα «μπορώ να δω γιατί το βλέπεις έτσι» τις στιγμές που ήξερα πως αυτό το «έτσι» πήγαινε κόντρα στα πιο βασικά πιστεύω σου.
Ευχαριστώ που δε φοβήθηκες -κι όχι μία ή δύο φορές- να πεις πως «εδώ διαφέρουμε, δεν πειράζει» και να επιτρέψεις να προχωρήσουμε την ιστορία μας χωρίς να αναμένεις αυτό να αλλάξει ή χωρίς να ελπίζεις ενδόμυχα σε κάποια μελλοντική κωλοτούμπα. Και φυσικά, σου χρωστάω κι ένα για το ότι δεν κοίταζες να επαναφέρεις τις ερωτήσεις σου και τα επιχειρήματά σου κάθε φορά που το θέμα επανερχότανε στο προσκήνιο, αλλά άφηνες ό,τι είχες να πεις για τις στιγμές που και οι δύο είχαμε συμφωνήσει να το συζητήσουμε.
Για όλες εκείνες τις ατελείωτες συζητήσεις ακόμη, που είχαν πάντα λίγο αλκοόλ, όμορφη θέα και δείκτες ρολογιών να σημαδεύουν σε μικρούς αριθμούς. Που είχαν καμιά φορά και βουτιές νυχτερινές για σβήσιμο ή αγκαλιές σε ψιλοβρεγμένες κουβέρτες μέχρι το πρωί. Γιατί η αλήθεια είναι πως οι απόψεις μας μπορεί να μη μας ένωναν, οι κρύες κουβέρτες όμως ποτέ δε μας αφήσαν παραπονεμένους.
Ίσως αναρωτιέσαι γιατί επιλέγω να μη στα πω όλα αυτά κατά πρόσωπο μα η απάντηση είναι πως δεν ξέρω ακριβώς πώς να το κάνω. Έχω συνηθίσει στην κόντρα μας, πιστεύω πως την έχεις συνηθίσει κι εσύ. Φοβάμαι λοιπόν πως η συγκατάβαση ενός «ευχαριστώ» ίσως να μας είναι άβολη, μα απ’ την άλλη, αφού νιώθω να στο χρωστάω, ήθελα να βρω και τρόπο να στο δώσω.
Ευχαριστώ λοιπόν. Για τις στιγμές που ήρθαν μα και για εκείνες που γράφει το μέλλον μας. Για τις κόντρες μα και για τις συμφωνίες μας. Για τις βρεγμένες μας κουβέρτες που θέλω κάποια στιγμή να στεγνώσουν και να βρεθούν να μας σκεπάζουν στο κρεβάτι μας αντί για το βότσαλο.
Σ’ αγαπώ.
πηγή: pillowfights.gr